Κυριακή, Σεπτεμβρίου 10, 2017

Πανηγύρι στο χωριό μας

Αναμνήσεις ( παιδικές ) από το Πανηγύρι στο χωριό!!! του Ανδρέα Τριάντη
Σήμερα  8/9 γιορτάζει η κεντρική εκκλησία του χωριού μας, τη Γεννηση της Θεοτόκου, και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '90 γινόταν και το πανηγύρι του χωριού. Έκτοτε το πανηγύρι το κάνομε το Δεκαπενταύγουστο, γιατί έχομε κι ένα ξωκκλήσι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και, επειδή οι ξενιτεμένοι είναι περισσότεροι από τους μόνιμους, καθιερώθηκε το πανηγύρι στις 15 Αυγούστου, σαν αντάμωμα των απανταχού συγχωριανών, όλων των εν ζωή γενεών. Δε σας έχω συνηθίσει σε τέτοιου είδους γραφή και θα παραξενευτείτε! Το σημερινό κείμενο θέλει περιληπτικά κατά τη δυνατότητα της μνήμης τους γράφοντος να παρουσιάσει ως έγγιστα τα έθιμα της παραμονής και της ημέρας του πανηγυριού, όπως γινόταν στη Δεκαετία του '50 και '60, γιατί μετά άλλαξαν πολλά και εμείς και τα μάτια με τα οποία βλέπαμε τον κόσμο! Το Πανηγύρι ήταν το γεγονός της χρονιάς! Κάθε νοικοκυρά έκανε προετοιμασίες ίσως και ένα μήνα πρωτύτερα. Ασβέστωνε τους τοίχους του σπιτιού, εσωτερικούς και εξωτερικούς, σκούπιζε τις αυλές, γάνωνε τα χάλκινα σκεύη, αγόραζε, όσο επέτρεπαν τα οικονομικά κάποια ρούχα, οργάνωνε το νοικοκυριό της, το γλυκό που θα κεράσει, το ποτό που θα σερβίρει στους επισκέπτες, ( ούζο στους άνδρες, λουκούμι στις γυναίκες.). Ο νοικοκύρης είχε αποφασίσει ποιο ζωντανό θα σφάξει νωρίς την παραμονή, για να προλάβει η νοικοκυρά να ετοιμάσει τον πατσά, τα εντόσθια αποβραδύς προκειμένου το πρωί μετά την εκκλησία να είναι έτοιμα για σερβίρισμα. Και όλο το βράδυ έκαιγε η φωτιά για να βράσει η γίδα ή η προβατίνα που θα σερβιριζόταν το μεσημέρι του πανηγυριού. Όλο το απόγευμα και μέχρι να βραδυάσει κουβαλιόνταν από τα γύρω χωριά οι στενοί συγγενείς με κάποια απ' τα παιδιά τους και η χαρά μας ήταν απερίγραπτη, αφού γέμιζαν το χωριό από φωνές, γέλια, γκαρίσματα γαϊδάρων, χλιμιντρίσματα αλόγων, πυροβολισμούς κυνηγών - επισκεπτών και από το βράδυ, αφού γίνονταν οι δοκιμαστικές πρόβες ξεκινούσαν να παίζουν και τα όργανα στο κεντρικό καφενείο ή πολλές φορές και στα δυο μαγαζιά. Θυμάμαι και γελάω με της μάνας μου την ατάκα: " Παν' απόψε οι αλπές, ρούπησαν όλες "! Και οι καταστηματάρχες είχαν κάνει τις δικές τους ετοιμασίες για την περίσταση. Εκτός από τις προμήθειες το κεντρικό καφενείο κατασκεύαζε και ένα μεγάλο κιόσκι για σκια σκεπασμένο με φτέρη, η οποία μοσχομύριζε. Στα σπίτια γινόταν χαμός, καθότι από τα γέλια, τις κουβέντες, τα αστεία και μάλλον και το κουτσομπολιό φθάναμε να κοιμηθούμε πολύ αργά τη νύχτα όλοι στρωματσάλα φυσικά! Το ξημέρωμα έρχονταν κι άλλοι συγγενείς και όλοι πλην του πατέρα μου, μακαρίτη πια, που ήταν στα ζωντανά και δεν προλάβαινε ποτέ τον εκκλησιασμό, πηγαίναμε στην εκκλησία, που ήταν ασφυκτικά γεμάτη και ακούγαμε και τον ιεροκήρυκα που έρχονταν από τη μητρόπολη ειδικά μόνο μια φορά το χρόνο, εκείνη την ημέρα. Μετά τον εκκλησιασμό και μέχρι το μεσημέρι όσοι δεν πήγαιναν στο καφενείο γιατί το γλέντι ξεκινούσε σχεδόν αμέσως, έρχονταν στο σπίτι - φυσικά ανάλογα γεγονότα συνέβαιναν σ' όλα τα σπίτια - κι άλλοι συγγενείς, γνωστοί, κοντοχωριανοί και στρωνόταν το τραπέζι. Η μακαρίτισσα η μάνα μου κρατούσε δύο ή τρεις μερίδες βούτυρο όταν τον Αλωνάρη ( Ιούλιο ) κτύπαγε το γάλα στη βλάντα για να βγάλει ξυνόγαλο, το οποίο χρησιμοποιούσε για την παρασκευή του φαγητού στο πανηγύρι. κι ήταν πράγματι νοστιμότατο! Μου το θύμισε πρωτοξάδερφος δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη στα Σαράντα της μάνας μου ρωτώντας με γιατί μοσχομύριζε το φαγητό του πανηγυριού. Το απόγευμα πολλοί από τους επισκέπτες έφευγαν από το σπίτι μας για να επισκεφτούν άλλους συγγενείς, φίλους, κοντοχωριανούς σε άλλα σπίτια και το ίδιο γινόταν και στο σπίτι μας. Μπορεί να περνούσαν από κάθε σπίτι πάνω από 40 άτομα. Κι όταν βράδυαζε, όλοι πηγαίναμε στο γλέντι, κάθε οικογένεια με τους δικούς της και χόρευαν με τη σειρά κατά σόι μέχρι στις 3 τα ξημερώματα, αν δε μας το χάλαγε η βροχή. Γιατί τα πρωτοβρόχια ξεκινάν στην Ελλάδα από την ιδιαίτερη πατρίδα μου. Χρόνια πολλά σ' όλους και του χρόνου με υγεία!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου